9. Ἰω.8:44

ἀπευθυνόμενος ὁ Ἰησοῦς στοῦς πολιτικο-θρησκευτικοὺς ἡγέτες, τοῦς εἶπε: "ἐσεῖς κατάγεστε ἀπὸ τὸν πατέρα σας τὸν διάβολο καὶ ἡ θέλησή σας εἶναι ταυτισμένη μὲ τὶς ἐπιθυμίες του. αὐτὸς ἦταν φονιᾶς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ [τῆς ἱστορίας] καὶ [ποτὲ] δὲν στάθηκε στὴν ἀλήθεια, γιατὶ σὲ αὐτὸν δὲν ὑπάρχει τίποτε ἀληθινό· ὅταν ψεύδεται ἀποκαλύπτει τὸν ἑαυτό του, γιατὶ ψεύτης ἦταν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ καὶ [μάλιστα] πατέρας τοῦ ψεύδους." (Ἰω.8:44)
...  

Ἀρχὴ καὶ τέλος κάθε ἱστορικῆς βίας εἶναι ἡ κοινωνικὴ ἱεραρχία: ἡ παγιωμένη πεποίθηση ὅτι κάποιοι εἶναι φύσει καὶ θέσει πάνω ἀπὸ τοὺς ὑπολοίπους. ἡ εἰδικὴ αὐτὴ συνείδηση ὄχι μόνο ἐπιτρέπει στοῦς φορεὶς της νὰ ἀσκοῦν βία χωρὶς ὅριο (καὶ ἔσχατο ὅριο εἶναι ὁ θάνατος) πάνω στοῦς παρακατιανούς, ἀλλὰ μᾶλλον ἐπιβάλλει τὴν βία σὰν ἀναγκαῖο ὅρο διαρκοῦς ἐπαναβεβαίωσης τῆς ἀνωτερότητάς τους. σὲ αὐτὸν τὸν φαῦλο κύκλο τοῦ ἐλιτισμοῦ τῆς βίας, ὁ πλοῦτος  καὶ ἡ ἐξουσία δὲν εἶναι παρὰ ἐργαλεῖα καὶ ἀθύρματα καὶ σκηνώματα ὅσων ἔχουν τάξει ἑαυτοὺς στὴν χορεία τῶν ἐλίτ. στὴν καρδιὰ αὐτῆς τῆς ἀνθρωποκτόνου συνείδησης βρίσκεται πάντα τὸ θεμελιῶδες ψεῦδος τῆς Πτώσης: Μπορεῖς νὰ εἶσαι στὴν κορυφὴ τοῦ κόσμου ἂν ὑπερβῆς τὴν φύση σου· κι αὐτὸ ἀπαιτεῖ μόνον ἕνα πράγμα: τὴν θέληση σου νὰ εἶσαι "ὡς θεός" (βλ. Γέν.3:6)

Αὐτὸ τὸ θεμελιῶδες ψεῦδος εἶναι ριζωμένο στὴ καρδιὰ κάθε κυριάρχη, κάθε πλουτοκράτη, κάθε πιστοῦ δούλου τοῦ Ἀρχοντα τοῦ Αἰῶνος τούτου, ποὺ "ἀνθρωποκτόνος ἦν ἀπὸ ἀρχῆς [...] ὅτι ψεύστης ἐστὶν καὶ ὁ πατὴρ τοῦ ψεύδους." τὸ ψεῦδος βρίσκεται στὴν ἄρνηση τῆς φύσης του ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἄνθρωπο. (γιατὶ αὐτὸ εἶναι ἡ ὑπέρβαση: μιὰ ἄρνηση). αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ πρώτη ἀνθρωποκτονία, μὲ τὴν ὁποία ὁ ἄνθρωπος ἀπανθρωπίζεται καὶ εἰσέρχεται στὴν ἀνθρωποκτόνα τάξη τῶν ἐλίτ: ἡ δολοφονία τοῦ ἴδιου του τοῦ ἑαυτοῦ σὰν αὐθεντικοῦ ἀνθρώπου, χάριν τῆς φαντασίας ἑνὸς ψευδοθεοῦ. μετὰ ἀπὸ αὐτό, κάθε ἄλλο ἔγκλημα εἶναι ἀνιαρὰ εὔκολο καὶ ἀναγκαῖο. εὔκολο, ὄχι μόνον γιατὶ οἱ παρακατιανοὶ εἶναι κάτι "ἄλλο", ἀλλὰ καὶ γιατὶ τοὺς μισοῦν γιὰ ὅ,τι εἶναι, ἐνῶ αὐτοί, οἱ ἐλίτ, τὄχουν ἀρνηθεῖ. ἀναγκαῖο, γιατὶ τὸ ἰδωτικὸ ψεῦδος εἶναι ἕνα ἅρρωστο παράσιτο ποὺ χρειάζεται νὰ τὸ ποτίζης συνεχῶς μὲ αἷμα γιὰ νὰ μὴν διαλυθῆ στὸ σκοτάδι τῆς ἀνυπαρξίας του· χρειάζεται νὰ ἐπιβεβαιώνεται διαρκῶς σὰν θάνατος (σὰν ἐναντίωση τῆς φύσης).

...
δὲν ὑπάρχει τίποτε πιὸ δαιμονικὸ κι ἀντίχριστο καὶ ἀφύσικο ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία τῆς κυριαρχίας. καὶ ὅσοι σταυροφόροι ἢ σταυρόσχημοι ὑπηρετοῦν τὴν ἐξουσία καὶ τὴν ἱεραρχικὴ διάκριση τῶν ἀνθρώπων, λόγω ἢ ἔργω, φέρουν τὸν σταυρὸ σὰν σύμβολο τοῦ ἐπαγγέλματός τους: αὐτὸ τοῦ σταυρωτῆ.