4. μερικὲς σκέψεις μὲ ἀφορμὴ τὴν σημερινὴ ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου

Ἡ σημερινὴ ἑορτὴ μνημονεύει ἕνα περιστατικὸ ποὺ μᾶς εἶναι γνωστὸ μόνο ἀπὸ τὸ λεγόμενο Πρωτευαγγέλιο τοῦ Ἰακώβου. ἕνα κείμενο ποὺ ἔγινε ἀποδεκτὸ (ἀνεκτὸ θὰ ἦταν σωστότερο νὰ ποῦμε) ἀπὸ τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἀρκετὰ ἀργά, καὶ μόνο μετὰ τὸν 5ο αἰῶνα (μετὰ τὴν Γ' Οἰκουμενικὴ Σύνοδο) ἡ ἐπιρροή του καταγράφεται στὴν λατρεία της (ἑορτολόγιο, ὑμνογραφία, εἰκονογραφία). τὰ περιστατικὰ ποὺ ἀναφέρονται σὲ αὐτὸ σχετικὰ μὲ τὴν παιδικὴ ζωὴ τῆς Θεοτόκου εἶναι ἀδύνατον νὰ ἐλεγχθοῦν γιὰ τὴν ἀξιοπιστία τους καὶ δὲν τυχαίνει νὰ γνωρίζω κάποια ἀποκαλυπτικὴ ἐπιβεβαίωση τους ἐκ μέρους τῆς Θεοτόκου ποὺ νὰ ἔχη καταγραφῆ (ἂν καὶ ποτὲ τίποτε δὲν ἀποκλείεται). σὲ κάθε περίπτωση τὸ σημαντικὸ δὲν εἶναι πόσο αὐθεντικὰ εἶναι τὰ γεγονότα ποὺ μαρτυροῦνται, ἀλλὰ τὸ γεγονὸς ὅτι τελικὰ ἡ ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα τὰ ἀποδέχτηκε στὴν παράδοσή της καὶ μάλιστα ἦλθαν νὰ πάρουν κεντρικὴ θέση στὸν λατρευτικό της κύκλο τοῦ ἔτους καὶ νὰ γεμίση ἡ χριστιανικὴ οἰκουμένη μὲ ναοὺς ἀφιερωμένους στὸ Γεννέσιο, στὰ Εἰσόδια καὶ στὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου. αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ ἀποδοχὴ τῆς διήγησης τῶν Εἰσοδίων εἶναι πολὺ σημαντικὴ γιὰ τὸ πῶς κατανοεῖ ἡ ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα τὴν ἱστορία καὶ τὸν ρόλο τῆς θείας πρόνοιας καὶ σὲ αὐτὸ θέλω νὰ ἐπιμείνω λίγο.
Ἡ διήγηση τῶν Εἰσοδίων (ποὺ ὅπως εἴπαμε δὲν μαρτυρεῖται πουθενὰ πλῆν αὐτοῦ τοῦ ἀποκρύφου κειμένου) ἐκτὸς τῶν ἱστορικῶν δυσκολιῶν της (πῶς μποροῦσε νὰ γίνη δεκτὸ στὰ “ἅγια τῶν ἁγίων” ἀπὸ τοῦς ἰουδαίους ἀρχιερεῖς ἕνα κοριτσάκι τριῶν χρονῶν) καὶ τῶν ὑπερφυσικῶν της διαστάσεων (ἕνα κοριτσάκι ποὺ ἔζησε σὲ ἀπομόνωση γιὰ 12, ἢ ἂλλως 9, χρόνια, μὲ μόνη συναναστροφὴ ἕναν ἄγγελο, βγαίνει ξαφνικὰ στὸν κόσμο γιὰ νὰ νυμφευθῆ ἕναν ἡλικιωμένο χῆρο καὶ νὰ ἀναλάβη ὅλο τὸ νοικοκυριὸ μιᾶς μεγάλης οἰκογένειας) θέτει ἕνα πολὺ κρίσιμο ἐρώτημα ποὺ ἀφορᾶ τὰ ὅρια τῆς ἀνθρώπινης ἐλευθερίας σὲ σχέση μὲ τὸ θεῖο “σχέδιο” γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. μάλιστα, θὰ ἔλεγα ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ ἰστορικὰ καὶ ὑπερφυσικὰ ἄπορα ἔρχονται ἀκριβῶς νὰ τονίσουν τὴν ἐξαιρετικὴ σημασία αὐτοῦ τοῦ σχεδίου. ἀλλὰ τί εἶναι αὐτὸ τὸ σχέδιο; καὶ πῶς ἡ ἱστορία τῆς εἰσόδου τῆς μικρῆς Μαρίας στὰ “ἅγια τῶν ἁγίων” περιγράφει αὐτὸ τὸ σχέδιο;
Ἡ χριστιανικὴ ἑρμηνευτικὴ σὲ αὐτὸ τὸ δυσκολότατο ζήτημα μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἀκολουθεῖ δύο βασικὰ δρόμους ὅσον ἀφορᾶ τὶς ἱστορικὲς διαστάσεις τῆς θείας πρόνοιας, ἢ τὶς ὑπερβατικὲς διαστάσεις τῆς ἱστορίας, ἂν προτιμᾶτε. ὁ πρῶτος δρόμος βλέπει τὴν θεία πρόνοια σὰν ἕνα αὐστηρὰ χαραγμένο σχέδιο μὲ σταθερὸ βῆμα καὶ κλιμάκωση πού, ξεπερνώντας κάθε ἀνθρώπινο καὶ φυσικὸ νόμο, ὁδηγεῖ στὸ τέλος ποὺ τὸ θεῖο θέλημα ἔχει προκαθορίσει. σὲ αὐτὴν τὴν ὁπτικὴ ὑπάρχει ἔνα πλῆθος προβλημάτων. προβλήματα ποὺ ἀφοροῦν τὴν ἀνθρώπινη ἐλευθερία· προβλήματα θεοδικίας· προβλήματα νοήματος τῆς ἱστορίας· προβλήματα ἐκκλησιολογικά. (θὰ ἀποφύγω ἐδῶ τὴν ἀνάπτυξή τους χάριν οἰκονομίας τοῦ χώρου.) ὁ δεύτερος δρόμος, ποὺ εἶναι ἰδιαίτερα ἀγαπητὸς στοὺς ἕλληνες Πατέρες, βλέπει στὸ κέντρο τῆς ἱστορία νὰ στέκη ἡ ἐξαιρετικὴ προσωπικότητα τῆς Παναγίας Θεοτόκου. ὁ φιλάνθρωπος Θεὸς παριστάνεται νὰ ἀναζητῆ, σχεδὸν ἀπελπισμένα, ἐκεῖνο τὸ ἐξαιρετικὸ πρόσωπο, τὸ ἀπόλυτα ἀνέγγιχτο ἀπὸ τὴν κοσμικὴ ἱστορία τῆς χωρὶς τέλους πτώσης, ποὺ θὰ εἶναι ἰκανὸ νὰ τὸν συνδράμη στὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. ἐνῶ δηλαδὴ στὸν κόσμο τῆς ἑβραϊκῆς Βίβλου ὁ Θεὸς παρουσιάζεται σὰν ἀπόλυτος Κύριος τῆς ἱστορίας, ἐδῶ φαίνεται σχεδὸν νὰ ἔχη ἀνάγκη (θεατρικὰ μιλώντας, ὑπερβολικὰ θεατρικὰ μάλιστα) ἑνὸς ἀνθρώπινου προσώπου ποὺ θὰ τοῦ ἐπιτρέψη νὰ μπῆ στὴν ἱστορία.
Μὲ τὸ σημερινὰ κοινῶς λεγόμενο θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ διήγηση μας εἶναι “too good to be true” (ἦτοι, πολὺ καλὴ γιὰ νἄναι ἀληθινή). καὶ πράγματι, ὅλη ἡ ἀνθρώπινη μοίρα κρίνεται ἀπὸ μιὰ γυναίκα καὶ μάλιστα, κατ'ἀκρίβεια, ἀπὸ ἕνα κοριτσάκι. παραμένει βέβαια ἡ ἀπορία τῆς σιωπῆς τῶν ἀποστολικῶν καὶ ἀρχαίων Πατέρων ἔναντι τοῦ προσώπου τῆς Παναγίας. ἀλλὰ αὐτὸ θὰ ἀπαντηθῆ ἴσως κάποτε κάπου ἀλλοῦ. μέχρι τότε ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἐμπειρία θὰ συνεχίση νὰ βοᾶ γιὰ τὴν ἐξαίρετη θέση τῆς Παναγίας στὴν ζωὴ τοῦ κόσμου μας. αὐτὴ ἡ ἐξαίρετη παρουσία της, ποὺ βεβαιώνεται καθημερινὰ στὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, κάνει τὴν ἱστορία τοῦ συγγραφέα τοῦ Πρωτευαγγελίου σχεδὸν περιττή. καὶ λέω σχεδὸν γιατὶ θέλω νὰ ἀναδείξω μιὰν σημαντικὴ διάσταση στὴν ἑρμηνεία της. ἂν ἀφήσουμε πίσω μας τῆς πρώτη ἐρμηνευτικὴ ἐκδοχὴ τῆς θείας πρόνοιας——ἑγὼ προσωπικὰ δὲν μπορῶ νὰ τὴν δεχτῶ μὲ κανέναν τρόπο χωρὶς νὰ πάψω νὰ εἶμαι χριστιανός——ἡ δεύτερη ἐκδοχὴ μᾶς ὁδηγῆ σὲ ἕνα ἄφευκτο ἐρώτημα: ἐφόσον ὁ Θεός ἀναζητοῦσε αὐτὸ τὸ ἐξαίρετο πρόσωπο ποὺ θὰ συνέβαλε στὴν σωτηριώδη οἰκονομία του, τότε τί νόημα ἔχει ἡ ἱερὴ ἱστορία τοῦ Ἰσραήλ; τὶ νόημα ἔχει ἡ Διαθήκη του μὲ τὸν Ἀβραάμ καὶ ἡ συνεχὴς ἀνανέωσή της μὲ τοὺς ἄλλους προπάτορες τοῦ λαοῦ του; γιατὶ ὁ Θεὸς δὲν ἀναζήτησε αὐτὸ τὸ κοριτσάκι ὁπουδήποτε στὴν ἀνθρωπότητα; ἡ μόνη πιθανὴ ἀπάντηση δίνεται ἐμμέσως ἀπὸ τὸν Ματθαῖο στὴν ἀρχὴ τοῦ εὐαγγελίου του. ἐκεῖ ὁ εὐαγγελιστὴς ἀφοῦ ἐξιστορήση ὅλην τὴν γεννεαλογία ἀπὸ τὸν Ἀβραάμ μέχρι τὸν Ἰωσήφ κάνει ἕνα ἄλμα καὶ περνᾶ στὴν Μαρία, τὴν ὁποία κρατᾶ ἔξω ἀπὸ τὴν γεννεαλογία, ἐξ ἧς ἐγεννήθη Ἰησοῦς καὶ ὄχι ἐτέχθη, ὅπως θἄταν τὸ σωστό. μὲ ἄλλα λόγια, ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι γενιὰ τοῦ Ἰσραὴλ (ὡς γνωστὸν ἡ γενιὰ ἀκολουθεῖ τὴν πατρογονικὴ γραμμὴ) ἀλλὰ πρωτότοκος μιᾶς παράδοξης γενιᾶς ποὺ ξεκινᾶ ἀπὸ ἕνα κοριτσάκι. ἡ ἱστορία τοῦ Ἰσραὴλ λοιπὸν δὲν συγκεφαλαιώνεται στὸν Χριστό, ἀλλὰ στὴν Μαρία——ὁ Χριστὸς εἶναι ἀγενεολόγητος [πρβλ. Ἑβρ.7]. ὁ Ἰσραήλ μπαίνει στὴν ἱστορία ἀπὸ τὸ μηδὲν (μὲ τὴν κλήση στὸν Ἀβραάμ νὰ ἐγκαταλείψη τὴν ἐθνική του ταυτότητα καὶ νὰ δημιουργήση ἕναν νέο λαὸ) μὲ μοναδικὸ σκοπὸ νὰ δημιουργηθοῦν οἱ προϋποθέσεις νὰ ὑπάρξη αὐτὸ τὸ κοριτσάκι. τὸ νόημα ὅλης τῆς ἱστορίας τοῦ Ἰσραήλ εἶναι αὐτὸ τὸ κοριτσάκι. μετὰ ἀπὸ αὐτὸ δὲν ὑπάρχει Ἰσραὴλ. ὑπάρχει μόνο τὸ Ἰουδαϊκὸ ἔθνος καὶ ἡ Ἐκκλησία, ὁ νὲος Ἰσραήλ, ἡ γενιὰ τοῦ μοναχογιοῦ τῆς Μαρίας.
Ἡ διήγηση λοιπὸν τῶν Εἰσοδίων σημαίνει κάτι πολὺ σημαντικό: ἡ ἱστορία τῶν λαῶν συγκεφαλαιώνεται στὴν προσωπικὴ ἐξαίρεση. ἡ ἐξαίρεση εἶναι τὸ νόημα τῆς ἱστορίας. τὸ τέλος δίνει νόημα σὲ ὅλην τὴν κοινοτοπία τῆς μνήμης. κι ὅσο μεγαλύτερη ἡ ἐξαίρεση τόσο μεγαλύτερο τὸ νόημα. κι ἡ μεγαλύτερη ἐξαίρεση στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία ἦταν αὐτὸ τὸ κοριτσάκι. ἴσως γιὰ αὐτὸ τὴν ἀγαποῦνε τόσο πολὺ οἱ ταπεινοὶ τῶν ἐθνῶν, τὰ ἀσθενὴ καὶ τὰ ἀγενὴ τοῦ κόσμου [1Κορ.1:27,28], ὅσοι δηλαδὴ εἶναι ἔξω ἀπὸ τὴν ἱστορία.

(21.1.12)